Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

Μελίνα, ο κόσμος των σκιών


«Κρίμα, είναι πολύ νέος για να πεθάνει.» ο Τόμας είχε εμφανιστεί από το πουθενά δίπλα της. Το κορίτσι αναπήδησε στο άκουσμα της φωνής του αλλά δεν έβγαλε άχνα. Το βλέμμα της περιπλανήθηκε ανάμεσα στον Τόμας και τον Πέτρο, ανίκανη να πιστέψει τα λεγόμενα του πρώτου.
«Τί;» κατάφερε να πει με μάτια που είχαν βουρκώσει, αλλά κανένας δεν το είχε προσέξει. Κανένας δεν κατάλαβε ότι έτρεμε, ότι στεκόταν τρομοκρατημένη ακριβώς από πίσω τους. Όλοι χαμογελούσαν και πείραζαν ο ένας τον άλλο.
«Η Σκιά, είναι σημάδι. Έχεις τρεις μέρες. Μετά είναι δικός τους.» ο Τόμας τη φίλησε στο μάγουλο και χάθηκε προτού η Μελίνα προλάβει να αντιδράσει.
Τώρα η Σκιά απλωνόταν ολοένα και περισσότερο τραβώντας τον Πέτρο μέσα σε αυτήν.


Δεν έχει περάσει αρκετός καιρός από τότε που η Μελίνα ήρθε για πρώτη φορά ενώπιον μίας αρχαίας φάρας βρικολάκων που εποφθαλμιούσε το αίμα της και ό, τι αυτό φυλούσε κρυμμένο, τώρα έρχεται να αντιμετωπίσει κάτι μεγαλύτερο ακόμα και από τη ζωή.
Βρίσκεται σε συνεχής διαμάχες με τον ίδιο της τον εαυτό ενώ καλείται να παλέψει με σκιές και πλάσματα από μία μαγεία δυνατότερη από τη δική της. Στην πορεία της όμως για τη λύση που αναζητά, οι επιλογές της την έχουν παγιδέψει ανάμεσα σε δύο κόσμους, και οι δύο από τους οποίους την διεκδικούν εξίσου. Σε αυτόν τον πόλεμο οι νεκροί της έχουν χαρίσει το υπέρτατο δώρο, αλλά ποιο θα είναι το αντίκτυπο;
Η φύση της την αλλάζει συνεχώς, ενώ στο δρόμο της μπαίνουν οι αγέλες της Αθήνας, διεκδικώντας ένα κομμάτι εξουσίας από το μερτικό των Θεατρίνων.
Τίποτα δεν είναι πλέον το ίδιο, ακόμα και όσα πίστευε πως δε θα άλλαζαν ποτέ...

 Κρυφή ματια στο βιβλίο....

«Λοιπόν κούκλα, πως πήγε σήμερα το μάθημα;» τη ρώτησε ο δεύτερος.
«Αν μπορούσα να μελανιάσω θα είχα σημαδέψει όλο μου το σώμα. Ελπίζω το διάβασμα σου να πήγε καλά.» του είπε με τρόπο. Η Μελίνα απολάμβανε ιδιαίτερα τις στιγμές που έκανε τον Μιχάλη να νιώθει αμήχανα. Ήταν τόσο σίγουρος για τον εαυτό του και όταν τον στρίμωχναν έβρισκε πάντα έναν τρόπο διαφυγής μέσω του χιούμορ του.
«Να... σχετικά με αυτό…» προσπάθησε να δικαιολογηθεί αλλά η Μελίνα τον διέκοψε και του χαμογέλασε γλυκά.
«Χαλάρωσε. Δεν είσαι υποχρεωμένος να σπαταλάς την ώρα σου με εμένα. Αν και πρέπει να ομολογήσω ότι μου έλειψες πολύ σήμερα.» καθώς μιλούσε ταχτοποιούσε τα πράγματα της κάτω από το θρανίο της. Όμως καθώς έσκυβε η μπλούζα της γλίστρησε πάνω στο δεξί της ώμο φανερώνοντας μια μεγάλη μελανιά. Δεν πονούσε, αλλά αυτό το σημάδι δεν έπρεπε να υπάρχει. Το έκρυψε προτού προλάβει να το δει κανείς… ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε προτού συναντήσει το ανήσυχο βλέμμα του Μάρκο στην άλλη άκρη της αίθουσας.
«Μέλα, δεν σπαταλάω το χρόνο μου. Μου αρέσει να σε βλέπω να ταπεινώνεσαι.» ο Μιχάλης απέσπασε την προσοχή της όμως η κοπέλα έδειχνε να είχε ξεχάσει τα μικρά τους πειράγματα. «Αλήθεια, είναι η καλύτερη ώρα της ημέρας μου.»
«Είσαι σκέτος ιππότης Μιχάλη.» τον πείραξε εκείνη μπαίνοντας ξανά στο κλίμα. Έριξε μια ανήσυχη ματιά στον Μάρκο πάνω από τον ώμο της. Δεν είχε πάρει τα μάτια του από επάνω της, όχι πως δεν είχε συναίσθηση της προσοχής του και χωρίς να κοιτάξει. Κατά έναν περίεργο λόγο, πάντα τον καταλάβαινε όταν βρισκόταν τριγύρω. Πάντα τον ένιωθε κοντά της.
«Αυτό που θέλω να πω είναι ότι…» επέμεινε ο Μιχάλης.
«Βαριόσουνα. Το καταλαβαίνω.» η αλήθεια ήταν ότι πριν από λίγες στιγμές η συμπεριφορά του Μιχάλη εκείνο το πρωί την είχε πειράξει. Πολύ. Αλλά δεν μπορούσε να δώσει την ίδια σημασία στο περιστατικό πλέον. Οπότε της ήταν εύκολο να επιστρατέψει το καλύτερο χαμόγελο της.
Η Ερατώ, η καθηγήτρια τους στα μαθήματα που αφορούσαν τη Μεταμόρφωση, ξερόβηξε. Ήταν το σύνθημα της, το μάθημα είχε ξεκινήσει.
«Όπως φαντάζομαι πως ήδη ξέρετε, αυτό το μάθημα αφορά τη μερική μεταμόρφωση του σώματος σας. Αυτό σημαίνει πως, ου μη γένοιτο, κατά τη διάρκεια μίας μάχης μπορείτε να μεταμορφώσετε τα άκρα σας. Δε θέλω να δημιουργηθούν παρεξηγήσεις, δε θα αποκτήσετε πατούσες. Απλά, μπορεί να μεταβληθεί η οδοντοστοιχία σας ή τα χέρια σας θα υποστούν παραμόρφωση, θα γίνουν πιο... ζωώδη. Αυτό είναι μεγάλο προνόμιο για εσένα Πέτρο. Τα νύχια της αρκούδας είναι ένα πολύ επικίνδυνο όπλο και ανθεκτικό.» η Μελίνα σκούντηξε παιχνιδιάρικα τα πλευρά του Πέτρου βασιζόμενη στην αναφορά της καθηγήτριας της και του χαμογέλασε, εκείνος κοκορεύτηκε για λίγο κερδίζοντας την ψήφο των συμφοιτητών του όμως ένα και μόνο βλέμμα από την καθηγήτρια τους ήταν ικανό να βάλει και πάλι τάξη. «Θα μπορούσατε επίσης να αναπτύξετε ένα άκρο που το ανθρώπινο σώμα σας δεν έχει.»
«Εννοείται ουρά;» ρώτησε ένα ξανθό αγόρι του οποίου το όνομα η Μελίνα αγνοούσε.
«Ναι, Μαρίνο. Αυτό εννοώ. Μπορεί επίσης να είναι φτερά... για τις αναλογίες ενός ανθρώπου φυσικά. Λοιπόν, αυτό που πρέπει να κάνετε είναι να νιώσετε το ζωώδες άκρο σας σα να αποτελεί ήδη μέρος του σώματος σας. Αν ασκήσετε πίεση στους καρπούς σας θα είναι πιο εύκολο και…»

 ...
Στο όνειρο της βρισκόταν στο νεκροταφείο που ήταν κρυμμένο στο δάσος και έτρεχε όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Μετά από λίγο δεν υπήρχαν πλέον τάφοι παρά μόνο δέντρα και το ποτάμι. Δεν ήξερε για ποιο λόγο έτρεχε, ούτε για ποιο λόγο βρισκόταν εκεί. Απλά έτρεχε. Αρκετά γρήγορα για να μη σταματήσει εγκαίρως  για το γκρεμό που απλωνόταν μπροστά της. Πρόλαβε ωστόσο να γραπωθεί από μία ρίζα.
Τότε ο Τόμας, το πνεύμα που την είχε βοηθήσει να βρει τον τελευταίο απόγονο του Κωμικού στο προηγούμενο εξάμηνο, άπλωνε το χέρι του ως βοήθεια προς εκείνη. Όμως το χέρι του ήταν άυλο και η Μελίνα συνέχισε να πέφτει. Το τελευταίο πράγμα που θυμόταν όταν ξύπνησε μούσκεμα στον ιδρώτα, ακόμα καθισμένη στις τουαλέτες, ήταν το χαμόγελο του. Μεγάλο, σαρδόνιο... ειρωνικό.
Σηκώθηκε με ένα τίναγμα και αφού έδωσε στον εαυτό της λίγο χρόνο για να συνέλθει, στάθηκε μουδιασμένη. Ένιωσε τον πονοκέφαλο να υποχωρεί έως ότου εξαφανίστηκε. Το ρολόι στο χέρι της έδειχνε πως ήταν περασμένες δέκα το βράδυ. Έτσι άνοιξε την πόρτα πιασμένη και πήρε το δρόμο για το δωμάτιο της. Οι διάδρομοι ήταν έρημοι. Η πλειοψηφία των μαθητών είχε τώρα αποχωρίσει από το χώρο της σχολής και αυτοί που παρέμεναν ήταν αυτοί που έμεναν στην εστία.




...

Εκείνο το βράδυ ο ύπνος της ήταν ήσυχος... τουλάχιστον μέχρι να βρεθεί πάλι σε εκείνο το δάσος. Καθόταν οκλαδόν μπροστά από έναν πέτρινο τάφο. Τα γράμματα στην ταφόπλακα είχαν ξεθωριάσει και μονάχα η ημερομηνία και εκείνες οι τρεις λέξεις φαινόντουσαν πλέον.


1957-1989
για πάντα φυλακισμένος

Κάποιος είχε σπάσει το σταυρό και ότι είχε απομείνει από αυτόν, είχε βαφτεί με κόκκινη μπογιά. Ο αέρας είχε σκορπίσει τα αποξηραμένα τριαντάφυλλα και το βάζο που κάποτε στεκόντουσαν είχε γίνει θρύψαλα.
«Σε περίμενα.» άκουσε μια αντρική φωνή να της λέει. Γύρισε τρομαγμένη προς το μέρος του. Οι καστανές του μπούκλες έφταναν ως την ωμοπλάτη του και τα μάτια του ήταν μαύρα σαν την άβυσσο. Της χαμογελούσε αλλά το βλέμμα του ήταν σκοτεινό και παγωμένο.
«Γιατί;» τον ρώτησε με δυσκολία.
«Χα, δε θα με ρωτήσεις καν ποιος είμαι; Δεν έχεις την περιέργεια να δεις σε ποιον μιλάς;»
«Γιατί με περίμενες;» η Μελίνα σηκώθηκε όρθια και πλησίασε τον άντρα που έβλεπε τόσο συχνά στα όνειρα της.
«Δεν ξέρω ακόμα, αλλά θα μάθω σύντομα. Να είσαι σίγουρη για αυτό.» της είπε προτού χαθεί μέσα στην ομίχλη που ξέσπασε ξαφνικά.
«Περίμενε!» του φώναξε η Μελίνα.
Έτρεξε από πίσω του, αλλά η ομίχλη ήταν πολύ πυκνή και πολύ σύντομα είχε χάσει τα ίχνη του και κάθε ιδέα για το που βρισκόταν. Σκόνταψε στη ρίζα του δέντρου και έπεσε μέσα στο ρυάκι. Στην αντανάκλαση του νερού είδε τον άσπρο λύκο να αιωρείται στο κενό ενώ της επιτίθονταν. Η Μελίνα κύλισε στο πλάι και ένιωσε τις πέτρες να σκίζουν το δέρμα της όμως οι πληγές της δεν μπορούσαν να επουλωθούν. Η μυρωδιά του αίματος υπνώτιζε το λύκο που τώρα σκεφτόταν την επόμενη επίθεση του. Ζύγιζε με το βλέμμα του την Μελίνα και σε χρόνο μιας αναπνοής, πήδησε πάλι στον αέρα για να της επιτεθεί. Την προσπάθεια του όμως σταμάτησε το μαύρο πούμα που πετάχτηκε από το πουθενά.
Σηκώθηκε με ένα τίναγμα, χλομή και καταϊδρωμένη. Έψαξε για το τραύμα στο χέρι της, τη μόνη απόδειξη ότι δεν είχε χάσει το μυαλό της ακόμα. Αλλά δεν ήταν εκεί. Έκρυψε το πρόσωπο της στα χέρια της και ξάπλωσε πάλι στο κρεβάτι της. Με μια κρυφή ματιά στο ρολόι επάνω στο κομοδίνο της, είδε ότι ήταν περασμένες τρεις το χάραμα.




4 σχόλια: